- ζερζεβούλης
- οο σατανάς, ο άρχοντας τών διαβόλωννεοελλ.1. ζωηρό, απείθαρχο άτομο2. πανούργος, πονηρός άνθρωπος.[ΕΤΥΜΟΛ. < βερζεβούλης (με αφομοίωση τού β- σε ζ-) < Βεελζεβούλ «αρχηγός τών διαβόλων»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.